Μέχρι τις αρχές περίπου του 20 ου αιώνα, ο κόσμος μαστιζόταν από τις λοιμώδεις ασθένειες, από τις οποίες πολλοί άνθρωποι πέθαιναν. Λόγω της έλλειψης υποδομών υγιεινής, οι ανθρώπινες κοινότητες πολύ εύκολα γινόταν έρμαιο στις επιδημίες, που έπαιρναν πολλές ζωές, κυρίως από τις πιο ασθενείς κοινωνικά τάξεις, που είχαν και χαμηλότερο βιοτικό επίπεδο. Αυτό εξακολουθεί να συμβαίνει ακόμα και σήμερα στις χώρες του «Τρίτου κόσμου», όπου δεν υπάρχουν οι κατάλληλες
συνθήκες υγιεινής. Με την άνοδο του βιοτικού επιπέδου και κυρίως με την εγκατάσταση των δικτύων
ύδρευσης και αποχέτευσης, οι λοιμώδεις ασθένειες περιορίστηκαν πάρα πολύ σε συχνότητα και ένταση. Η ανακάλυψη των μικροβίων και των αντιβιοτικών, φάνηκε να ήταν η αιτία ου περιορισμού των επιδημιών, όμως αυτή είχε ήδη προκύψει από την βελτίωση των υποδομών των αστικών κέντρων. Κατά τον 20 ος αιώνα μεγάλη ήταν η άνθηση της φαρμακοθεραπείας. Η δυτική ιατρική και φαρμακολογία, πίστεψαν πως θα μπορούσαν να ελέγξουν όλες τις ανθρώπινες ασθένειες, σώματος και ψυχής με τη φαρμακο-χημεία. Τότε άρχισαν να παράγονται από τις φαρμακοβιομηχανίες και να προωθούνται κατά κόρον φάρμακα, για οτιδήποτε ξέφευγε από την κατεστημένη άποψη του «φυσιολογικού», τόσο σε σωματικό όσο και σε ψυχολογικό επίπεδο.
Το σύμπτωμα αντιμετωπίζεται από τη συμβατική ιατρική, ως μια παρέκκλιση από το «φυσιολογικό» και ως εκ τούτου καταδιώκεται και πολεμάται με κάθε δυνατό χημικό μέσο (βλ. φάρμακο). Για την ενεργειακή θεραπευτική, το σύμπτωμα είναι μια προσπάθεια του οργανισμού να αναδείξει τη διαταραχή και συγχρόνως, μια προσπάθεια «αυτοθεραπείας». Το ανοσοποιητικό σύστημα κινητοποιείται από μόνο του, για να θεραπεύσει την πάσχουσα δομή Πχ. Η φλεγμονή σε μια άρθρωση, με όλα τα συμπτώματα που την ακολουθούν – διόγκωση, ερυθρότητα, θερμότητα, πόνος- καταδεικνύει την υπερβολική της επιβάρυνση, είτε από κακή στάση είτε από κατάχρηση είτε από συσσώρευση μυικής έντασης στους μυς που την συγκρατούν κλπ. Η παρέμβαση με χημικά μέσα (φάρμακα) καταλύει τους φυσιολογικούς μηχανισμούς του ανθρώπινου οργανισμού και τον αναγκάζει να στραφεί σε διαφορετικά σημεία και άλλους τρόπους – συνήθως βαρύτερης πρόγνωσης – , προκειμένου να ειδοποιήσει για μια τρέχουσα διαταραχή, από δική μας δυσλειτουργική πρακτική.
Για την ενεργειακή θεραπευτική, η διαταραχή ξεκινάει πρώτα από το ενεργειακό μας σώμα, το οποίο περιβάλλει το φυσικό σώμα και μόνο αν δεν καταφέρει ο οργανισμός να την διαχειριστεί στο ενεργειακό επίπεδο, τότε περνάει στο φυσικό σώμα και
εκδηλώνεται ωα σύμπτωμα ή σύνολο συμπτωμάτων, δηλαδή ως πάθηση. Αν εμείς καταλύσουμε (βλέπε «θεραπεύσουμε» με φάρμακα) τα συμπτώματα στο φυσικό σώμα, η διαταραχή στο ενεργειακό σώμα δεν θεραπεύεται (γιατί εκεί δεν δρα η
χημεία) αλλά απλά μεταφέρεται σε άλλη περιοχή του φυσικού σώματος. Σκοπός της ενεργειακής θεραπευτικής λοιπόν είναι, να ενισχύσει τον οργανισμό ενεργειακά, ώστε να καταφέρει να διαχειριστεί από μόνος του την όποια διαταραχή στο ενεργειακό του σώμα και έτσι να θεραπευτεί η πάθηση και στο φυσικό σώμα. Αυτή ακριβώς είναι η ενίσχυση του νοσοποιητικού συστήματος, δηλαδή του φυσιολογικού τρόπου αυτο-ίασης, που διαθέτει κάθε οργανισμός, με ενεργειακό τρόπο. Μπορεί να επιτευχθεί με την Ομοιοπαθητική και με άλλες ενεργειακές θεραπείες, χωρίς παρενέργειες και με παράλληλη ολιστική αντιμετώπιση των ήδη υφισταμένων προβλημάτων του οργανισμού.